ακουαρέλα
希臘語
编辑詞源
编辑名詞
编辑ακουαρέλα (akouaréla) f (复数 ακουαρέλες)
變格
编辑ακουαρέλα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ακουαρέλα • | ακουαρέλες • |
屬格 | ακουαρέλας • | ακουαρέλων • |
賓格 | ακουαρέλα • | ακουαρέλες • |
呼格 | ακουαρέλα • | ακουαρέλες • |
近義詞
编辑- (水彩畫): υδατογραφία f (ydatografía)
- (水彩顏料): νερομπογιά f (nerompogiá)
相關詞彙
编辑- ακουαρελίστας m (akouarelístas, “水彩畫家”)
拓展閱讀
编辑- Υδατογραφία在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el