首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
αλέκτορας
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
其他寫法
1.2
詞源
1.3
名詞
1.3.1
變格
1.3.2
近義詞
希臘語
编辑
其他寫法
编辑
(
純正希臘語
)
αλέκτωρ
m
(
aléktor
)
詞源
编辑
源自
古希臘語
αλέκτωρ
(
aléktōr
)
,源自
ἀλέξω
(
aléxō
,
“
避開,躲開
”
)
。
名詞
编辑
αλέκτορας
(
aléktoras
)
m
(复数
αλέκτορες
)
(
罕
)
公雞
變格
编辑
αλέκτορας的變格
單數
複數
主格
αλέκτορας
•
αλέκτορες
•
屬格
αλέκτορα
•
αλεκτόρων
•
賓格
αλέκτορα
•
αλέκτορες
•
呼格
αλέκτορα
•
αλέκτορες
•
近義詞
编辑
參見:
κόκορας
m
(
kókoras
)