επισκέπτης
希臘語 编辑
名詞 编辑
επισκέπτης (episképtis) m (复数 επισκέπτες,阴性 επισκέπτρια)
- 訪客
- επισκέπτης καθηγητής ― episképtis kathigitís ― 客座教授
變格 编辑
επισκέπτης的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | επισκέπτης • | επισκέπτες • |
屬格 | επισκέπτη • | επισκεπτών • |
賓格 | επισκέπτη • | επισκέπτες • |
呼格 | επισκέπτη • | επισκέπτες • |
近義詞 编辑
- καλεσμένος m (kalesménos)
- μουσαφίρης m (mousafíris) 〈口〉
相關詞彙 编辑
- βιβλίο επισκεπτών n (vivlío episkeptón, “訪客登記簿”)
- επίσκεψη f (epískepsi, “參觀,訪問”)
- επισκέπτομαι (episképtomai, “參觀,訪問”)
參見 编辑
- πελάτης m (pelátis, “住客,顧客”)