ερυθρός
參見:ἐρυθρός
希臘語 编辑
詞源 编辑
發音 编辑
形容詞 编辑
ερυθρός (erythrós) m (陰性 ερυθρά 或 ερυθρή,中性 ερυθρό)
變格 编辑
ερυθρός 的變格
近義詞 编辑
- κόκκινος (kókkinos, “紅色的”) (常用)
派生詞 编辑
- ερυθρό αιμοσφαίριο n (erythró aimosfaírio, “紅細胞”)
- Ερυθραία f (Erythraía, “厄立特里亞,厄利垂亞”)
- Ερυθρά Θάλασσα f (Erythrá Thálassa, “紅海”)
相關詞彙 编辑
- ερυθροκύανος (erythrokýanos, “紫色的”)