ηλιοθεραπεία
希臘語 编辑
詞源 编辑
源自ήλιος (ílios, “太陽”) + θεραπεία (therapeía, “治療,療法”),仿譯自法語 héliothérapie。
發音 编辑
名詞 编辑
ηλιοθεραπεία (iliotherapeía) f (复数 ηλιοθεραπείες)
變格 编辑
ηλιοθεραπεία的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ηλιοθεραπεία • | ηλιοθεραπείες • |
屬格 | ηλιοθεραπείας • | ηλιοθεραπειών • |
賓格 | ηλιοθεραπεία • | ηλιοθεραπείες • |
呼格 | ηλιοθεραπεία • | ηλιοθεραπείες • |
近義詞 编辑
- ηλιόλουτρο n (ilióloutro)
相關詞彙 编辑
- 參見:ήλιος m (ílios, “太陽”)