ηλιοθεραπεία

希臘語 編輯

詞源 編輯

源自ήλιος (ílios, 太陽) +‎ θεραπεία (therapeía, 治療,療法)仿譯法語 héliothérapie

發音 編輯

名詞 編輯

ηλιοθεραπεία (iliotherapeíaf (複數 ηλιοθεραπείες)

  1. 日光浴
  2. 日光療法

變格 編輯

近義詞 編輯

相關詞彙 編輯