首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
καπνιστός
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
形容詞
1.1.1
變格
1.1.2
反義詞
1.1.3
相關詞彙
希臘語
编辑
形容詞
编辑
καπνιστός
(
kapnistós
)
m
(陰性
καπνιστή
,中性
καπνιστό
)
熏製
過的
καπνιστό
ζαμπόν
―
kapnistó
zampón
―
熏
火腿
變格
编辑
καπνιστός 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
καπνιστός
καπνιστή
καπνιστό
καπνιστοί
καπνιστές
καπνιστά
屬格
καπνιστού
καπνιστής
καπνιστού
καπνιστών
καπνιστών
καπνιστών
賓格
καπνιστό
καπνιστή
καπνιστό
καπνιστούς
καπνιστές
καπνιστά
呼格
καπνιστέ
καπνιστή
καπνιστό
καπνιστοί
καπνιστές
καπνιστά
反義詞
编辑
ακάπνιστος
(
akápnistos
,
“
未經熏製的
”
)
相關詞彙
编辑
參見:
καπνίζω
(
kapnízo
,
“
冒煙,煙熏;吸煙
”
)