首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
κράνος
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
名詞
1.1.1
變格
1.1.2
近義詞
1.1.3
相關詞彙
希臘語
编辑
名詞
编辑
κράνος
(
krános
)
n
(复数
κράνη
)
(
非作戰用的
)
頭盔
變格
编辑
κράνος的變格
單數
複數
主格
κράνος
•
κράνη
•
屬格
κράνους
•
κρανών
•
賓格
κράνος
•
κράνη
•
呼格
κράνος
•
κράνη
•
有不符合語法規則的複數形
κράνοι
。
近義詞
编辑
κάσκα
f
(
káska
)
(
較少用
)
〈
军
〉
περικεφαλαία
f
(
perikefalaía
)
相關詞彙
编辑
κρανίο
n
(
kranío
,
“
顱骨,頭骨
”
)