首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
λαθραίος
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
發音
1.3
形容詞
1.3.1
變格
1.3.2
派生詞
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
λαθραῖος
(
lathraîos
)
。
發音
编辑
國際音標
(
幫助
)
:
/la.ˈθɾe.os/
斷字:
λα‧θραί‧ος
形容詞
编辑
λαθραίος
(
lathraíos
)
m
(陰性
λαθραία
,中性
λαθραίο
)
非法
的,
走私
的
隱蔽
的,
隱秘
的
變格
编辑
λαθραίος 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
λαθραίος
•
λαθραία
•
λαθραίο
•
λαθραίοι
•
λαθραίες
•
λαθραία
•
屬格
λαθραίου
•
λαθραίας
•
λαθραίου
•
λαθραίων
•
λαθραίων
•
λαθραίων
•
賓格
λαθραίο
•
λαθραία
•
λαθραίο
•
λαθραίους
•
λαθραίες
•
λαθραία
•
呼格
λαθραίε
•
λαθραία
•
λαθραίο
•
λαθραίοι
•
λαθραίες
•
λαθραία
•
派生詞
编辑
λαθρέμπορος
m
(
lathrémporos
,
“
走私者
”
)