λιθόστρωτος

希臘語 编辑

形容詞 编辑

λιθόστρωτος (lithóstrotosm (陰性 λιθόστρωτη,中性 λιθόστρωτο)

  1. 鵝卵石

變格 编辑

相關詞彙 编辑

參見 编辑