ντους
希臘語
编辑其他寫法
编辑- ντουζ (douz) (過度外語化)
詞源
编辑發音
编辑名詞
编辑ντους (dous) n (無屈折)
- 花灑,蓮蓬頭
- Καθάρισε το ντους πριν βρωμίσει!
- Kathárise to dous prin vromísei!
- 把花灑清洗一下,別等它變髒了!
- 淋浴
- Κάνε κανένα ντους, γιατί βρωμάει ο ιδρώτας!
- Káne kanéna dous, giatí vromáei o idrótas!
- 快去洗個澡吧,你身上的汗臭味太大了!
近義詞
编辑- (花灑): ντουσιέρα f (dousiéra)
派生詞
编辑相關詞彙
编辑- μπάνιο n (bánio, “沐浴”)