οικοδομήθηκα

希臘語

编辑

發音

编辑
  • 國際音標(幫助): /i.ko.ðoˈmi.θi.ka/
  • 斷字:οι‧κο‧δο‧μή‧θη‧κα

動詞

编辑

οικοδομήθηκα (oikodomíthika)

  1. οικοδομούμαι (oikodomoúmai)第一人稱單數過去簡單式οικοδομώ的被動態。