ουρανός
希臘語
编辑詞源
编辑源自古希臘語 οὐρανός (ouranós),“屋頂”義意譯自法語。
發音
编辑名詞
编辑ουρανός (ouranós) m (复数 ουρανοί)
變格
编辑ουρανός的變格
相關詞彙
编辑- έβδομος ουρανός m (évdomos ouranós, “七重天,至善之地”)
- ουρανής (ouranís, “天藍色的”)
- ουρανίσκος m (ouranískos, “上齶”)
- ουράνιος (ouránios, “天空的”)
- ουράνιο τόξο n (ouránio tóxo, “彩虹”)
參見
编辑- στερέωμα n (steréoma)