παππούς
參見:πάππους
希臘語
编辑其他寫法
编辑- πάππος (páppos)
詞源
编辑源自中古希臘語 παππούς (pappoús),源自古希臘語 παππίας (pappías),πάππας (páppas, “爸爸”)的指小詞。
發音
编辑名詞
编辑παππούς (pappoús) m (复数 παππούδες,阴性 γιαγιά)
- 祖父,爺爺
- Ο παππούς μου πολέμησε στον Βʹ Παγκόσμιο Πόλεμο.
- O pappoús mou polémise ston Vʹ Pagkósmio Pólemo.
- 我的爺爺參與了二戰。
- (口語,引申) 大爺 (稱呼老年男性)
- Πρόσεξε, παππού, μη σε πατήσει κανένα αμάξι καθώς περνάς το δρόμο.
- Prósexe, pappoú, mi se patísei kanéna amáxi kathós pernás to drómo.
- 大爺,過馬路的時候小心點,別被車撞了。
變格
编辑παππούς的變格
派生詞
编辑- παππούλης m (pappoúlis) (指小詞)
相關詞彙
编辑- προπάππος m (propáppos, “曾祖父”)