首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
πείρα
语言
监视本页
编辑
參見:
πεῖρα
目录
1
希臘語
1.1
發音
1.2
名詞
1.2.1
變格
希臘語
编辑
發音
编辑
國際音標
(
幫助
)
:
/ˈpi.ɾa/
斷字:
πεί‧ρα
名詞
编辑
πείρα
(
peíra
)
f
(不可数)
經驗
,
體驗
πρακτική
πείρα
―
praktikí
peíra
―
實踐
經驗
ερωτική
πείρα
―
erotikí
peíra
―
性
經驗
變格
编辑
πείρα
(
peíra
)
的變格
單數
主格
πείρα
•
屬格
πείρας
•
賓格
πείρα
•
呼格
πείρα
•