首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
πιάτο
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
名詞
1.2.1
變格
1.2.2
近義詞
1.2.3
相關詞彙
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
意大利語
piatto
或
威尼斯語
piato
。
名詞
编辑
πιάτο
(
piáto
)
n
(复数
πιάτα
)
盤
,
碟
πλένω τα
πιάτα
―
pléno ta
piáta
―
我洗碗
(字面意思是「
我洗
碟子
」)
一盤/碟
分量
的
食物
一道
菜餚
變格
编辑
πιάτο的變格
單數
複數
主格
πιάτο
•
πιάτα
•
屬格
πιάτου
•
πιάτων
•
賓格
πιάτο
•
πιάτα
•
呼格
πιάτο
•
πιάτα
•
近義詞
编辑
πινάκι
n
(
pináki
)
相關詞彙
编辑
πλυντήριο πιάτων
n
(
plyntírio piáton
,
“
洗碗機
”
)
μαχαίρι
n
(
machaíri
,
“
小刀
”
)
πιρούνι
n
(
piroúni
,
“
叉
”
)
κουτάλι
n
(
koutáli
,
“
勺
”
)
ποτήρι
n
(
potíri
,
“
玻璃杯
”
)