πλυντήριο
希臘語
编辑名詞
编辑πλυντήριο (plyntírio) n (复数 πλυντήρια)
變格
编辑πλυντήριο的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | πλυντήριο • | πλυντήρια • |
屬格 | πλυντηρίου • | πλυντηρίων • |
賓格 | πλυντήριο • | πλυντήρια • |
呼格 | πλυντήριο • | πλυντήρια • |
派生詞
编辑- πλυντήριο ρούχων n (plyntírio roúchon, “洗衣機”)
- πλυντήριο πιάτων n (plyntírio piáton, “洗碗機”)