πορτοκαλεώνας

希腊语 编辑

名词 编辑

πορτοκαλεώνας (portokaleónasm (复数 πορτοκαλεώνες)

  1. 橙樹
    Στη νότια Ελλάδα υπάρχουν πολλοί πορτοκαλεώνες.
    Sti nótia Elláda ypárchoun polloí portokaleónes.
    希臘南部有許多橙樹叢

变格 编辑

相关词汇 编辑