πορτοκαλεώνας
希臘語
編輯名詞
編輯πορτοκαλεώνας (portokaleónas) m (複數 πορτοκαλεώνες)
- 橙樹叢
- Στη νότια Ελλάδα υπάρχουν πολλοί πορτοκαλεώνες.
- Sti nótia Elláda ypárchoun polloí portokaleónes.
- 希臘南部有許多橙樹叢。
變格
編輯πορτοκαλεώνας的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | πορτοκαλεώνας • | πορτοκαλεώνες • |
屬格 | πορτοκαλεώνα • | πορτοκαλεώνων • |
賓格 | πορτοκαλεώνα • | πορτοκαλεώνες • |
呼格 | πορτοκαλεώνα • | πορτοκαλεώνες • |
相關詞彙
編輯- 參見:πορτοκάλι n (portokáli, 「橙子」)