σταυροφορία

希臘語

编辑

詞源

编辑

源自σταυρός (stavrós, 交叉,十字架) +‎ φέρω (féro, 攜帶)

發音

编辑

名詞

编辑

σταυροφορία (stavroforíaf (复数 σταυροφορίες)

  1. 十字軍
  2. (比喻義)組織鬥爭運動
    σταυροφορία κατά των ναρκωτικών
    stavroforía katá ton narkotikón
    禁毒行動

變格

编辑

拓展閱讀

编辑