τρυποκάρυδος
希臘語
编辑其他寫法
编辑- τρυποκάρυδο n (trypokárydo)
詞源
编辑τρυπ(ώ) (tryp(ó), “在……開洞”) + καρυδ(ια) (karyd(ia), “核桃樹”)
名詞
编辑τρυποκάρυδος (trypokárydos) m (复数 τρυποκάρυδοι)
- 啄木鳥
- Γούντι ο Τρυποκάρυδος ― Goúnti o Trypokárydos ― 啄木鳥伍迪
變格
编辑τρυποκάρυδος的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | τρυποκάρυδος • | τρυποκάρυδοι • |
屬格 | τρυποκάρυδου • | τρυποκάρυδων • |
賓格 | τρυποκάρυδο • | τρυποκάρυδους • |
呼格 | τρυποκάρυδε • | τρυποκάρυδοι • |
近義詞
编辑- δρυοκολάπτης m (dryokoláptis)
- τσικλητάρα f (tsiklitára)
- τζουμπλιντάρα f (tzoumplintára)
拓展閱讀
编辑- Δρυοκολάπτης在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el