τρυποκάρυδο

希臘語 编辑

名詞 编辑

τρυποκάρυδο (trypokárydon (复数 τρυποκάρυδα)

  1. τρυποκάρυδος (trypokárydos)的另一種寫法
  2. (陽性) τρυποκάρυδος (trypokárydos)賓格單數形式。

變格 编辑