τρυποκάρυδο
希腊语 编辑
名词 编辑
τρυποκάρυδο (trypokárydo) n (复数 τρυποκάρυδα)
- τρυποκάρυδος (trypokárydos)的另一种写法
- (阳性) τρυποκάρυδος (trypokárydos)的宾格单数形式。
变格 编辑
τρυποκάρυδο的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | τρυποκάρυδο • | τρυποκάρυδα • |
属格 | τρυποκάρυδου • | τρυποκάρυδων • |
宾格 | τρυποκάρυδο • | τρυποκάρυδα • |
呼格 | τρυποκάρυδο • | τρυποκάρυδα • |