φαστφουντάδικο

希臘語 编辑

詞源 编辑

φαστ φουντ (fast fount, 快餐) +‎ -άδικο (-ádiko, 商店)

名詞 编辑

φαστφουντάδικο (fastfountádikon (复数 φαστφουντάδικα)

  1. 快餐店

變格 编辑

近義詞 编辑