φαστφουντάδικο
希腊语
编辑词源
编辑φαστ φουντ (fast fount, “快餐”) + -άδικο (-ádiko, “商店”)
名词
编辑φαστφουντάδικο (fastfountádiko) n (复数 φαστφουντάδικα)
变格
编辑φαστφουντάδικο的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | φαστφουντάδικο • | φαστφουντάδικα • |
属格 | φαστφουντάδικου • | φαστφουντάδικων • |
宾格 | φαστφουντάδικο • | φαστφουντάδικα • |
呼格 | φαστφουντάδικο • | φαστφουντάδικα • |
近义词
编辑- ταχυφαγείο n (tachyfageío)