φιστικοβούτυρο

希臘語

编辑

其他寫法

编辑

詞源

编辑

φιστίκι (fistíki, 花生) +‎ βούτυρο (voútyro, 黃油)

名詞

编辑

φιστικοβούτυρο (fistikovoútyron (复数 φιστικοβούτυρα)

  1. 花生醬

變格

编辑