χειμωνιάτικος
希臘語
编辑詞源
编辑χειμώνας (cheimónas, “冬季”) + -ιάτικος (-iátikos, 表示時間的形容詞後綴)[1]
發音
编辑形容詞
编辑χειμωνιάτικος (cheimoniátikos) m (陰性 χειμωνιάτικη,中性 χειμωνιάτικο)
- 冬季的
變格
编辑 χειμωνιάτικος 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | χειμωνιάτικος • | χειμωνιάτικη • | χειμωνιάτικο • | χειμωνιάτικοι • | χειμωνιάτικες • | χειμωνιάτικα • |
屬格 | χειμωνιάτικου • | χειμωνιάτικης • | χειμωνιάτικου • | χειμωνιάτικων • | χειμωνιάτικων • | χειμωνιάτικων • |
賓格 | χειμωνιάτικο • | χειμωνιάτικη • | χειμωνιάτικο • | χειμωνιάτικους • | χειμωνιάτικες • | χειμωνιάτικα • |
呼格 | χειμωνιάτικε • | χειμωνιάτικη • | χειμωνιάτικο • | χειμωνιάτικοι • | χειμωνιάτικες • | χειμωνιάτικα • |
近義詞
编辑- χειμερινός (cheimerinós)
- χειμέριος (cheimérios)
派生詞
编辑- χειμωνιάτικα (cheimoniátika, “在冬天”)
相關詞彙
编辑- 參見:χειμώνας m (cheimónas, “冬季”)
其他季節:
- ανοιξιάτικος (anoixiátikos, “春季的”)
- καλοκαιριάτικος (kalokairiátikos, “夏季的”)
- φθινοπωριάτικος (fthinoporiátikos, “秋季的”)
參考資料
编辑- ↑ χειμωνιάτικος in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.