首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
χύσιμο
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
名詞
1.2.1
變格
1.2.2
相關詞彙
1.3
拓展閱讀
希臘語
编辑
詞源
编辑
χύνω
(
chýno
,
“
潑,灑
”
)
+
-ιμο
(
-imo
)
名詞
编辑
χύσιμο
(
chýsimo
)
n
(复数
χυσίματα
)
潑
,
灑
(
冶金學
)
澆注
射精
變格
编辑
χύσιμο的變格
單數
複數
主格
χύσιμο
•
χυσίματα
•
屬格
χυσίματος
•
χυσιμάτων
•
賓格
χύσιμο
•
χυσίματα
•
呼格
χύσιμο
•
χυσίματα
•
相關詞彙
编辑
χύσι
(
chýsi
,
“
射出的精液
”
)
拓展閱讀
编辑
χύσιμο
in
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
[
Dictionary of Standard Modern Greek
], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.