Αυστραλός
希腊语
编辑其他写法
编辑- Αυστραλέζος m (Afstralézos)
名词
编辑Αυστραλός (Afstralós) m (复数 Αυστραλοί,阴性 Αυστραλή 或 Αυστραλέζα)
变格
编辑Αυστραλός的变格
相关词汇
编辑- 参见:Αυστραλία f (Afstralía, “澳大利亚/澳洲”)
Αυστραλός (Afstralós) m (复数 Αυστραλοί,阴性 Αυστραλή 或 Αυστραλέζα)