Σουρινάμ
希腊语
编辑发音
编辑专有名词
编辑Σουρινάμ (Sourinám) n (无屈折)
近义词
编辑- Δημοκρατία του Σουρινάμ f (Dimokratía tou Sourinám, “苏里南共和国”)
相关词汇
编辑- Σουριναμέζος m (Sourinamézos, “苏里南人”)
- Σουριναμέζα f (Sourinaméza, “苏里南人”)
- σουριναμέζικος (sourinamézikos, “苏里南的”)