首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
άμυνα
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
名词
1.1.1
变格
1.1.2
相关词汇
希腊语
编辑
名词
编辑
άμυνα
(
ámyna
)
f
(复数
άμυνες
)
(
军事
)
防御
(
运动
)
后卫
,
防守
队员
变格
编辑
άμυνα的变格
单数
复数
主格
άμυνα
•
άμυνες
•
属格
άμυνας
•
αμυνών
•
宾格
άμυνα
•
άμυνες
•
呼格
άμυνα
•
άμυνες
•
1. 另属格单数形
αμύνης
2. 部分用法中,不应使用复数形。
相关词汇
编辑
αμύνομαι
(
amýnomai
,
“
防御,防卫
”
)
αμυντικά
(
amyntiká
,
“
防御地
”
)
αμυντικός
(
amyntikós
,
“
防御的
”
)
αεράμυνα
f
(
aerámyna
,
“
防空
”
)
αμυντικότητα
f
(
amyntikótita
,
“
可防卫性
”
)