αίσθηση
希腊语
编辑词源
编辑发音
编辑名词
编辑αίσθηση (aísthisi) f (复数 αισθήσεις)
变格
编辑αίσθηση的变格
相关词汇
编辑- αισθησιακός (aisthisiakós, “感觉的;性感的”)
- αισθησιασμός m (aisthisiasmós, “感性”)
- αισθητήρας (aisthitíras)
- αισθητήριο n (aisthitírio, “感官,直觉”)
- αισθητήριος (aisthitírios, “感觉的”)
- 并参见:αισθάνομαι (aisthánomai, “感受,感觉,感知”)