ανανούριστος
希腊语
编辑形容词
编辑ανανούριστος (ananoúristos) m (阴性 ανανούριστη,中性 ανανούριστο)
变格
编辑 ανανούριστος 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | ανανούριστος • | ανανούριστη • | ανανούριστο • | ανανούριστοι • | ανανούριστες • | ανανούριστα • |
属格 | ανανούριστου • | ανανούριστης • | ανανούριστου • | ανανούριστων • | ανανούριστων • | ανανούριστων • |
宾格 | ανανούριστο • | ανανούριστη • | ανανούριστο • | ανανούριστους • | ανανούριστες • | ανανούριστα • |
呼格 | ανανούριστε • | ανανούριστη • | ανανούριστο • | ανανούριστοι • | ανανούριστες • | ανανούριστα • |
相关词汇
编辑- 参见:νανούρισμα n (nanoúrisma, “摇篮曲”)