αντιανεμικό

希腊语

编辑

名词

编辑

αντιανεμικό (antianemikón (复数 αντιανεμικά)

  1. 风衣
  2. 挡风玻璃

变格

编辑

相关词汇

编辑

形容词

编辑

αντιανεμικό (antianemikó)

  1. αντιανεμικός (antianemikós)宾格单数阳性形式。
  2. αντιανεμικός (antianemikós)主格宾格呼格单数中性形式。