首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
απόφυση
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
发音
1.2
名词
1.2.1
变格
1.3
参考资料
希腊语
编辑
发音
编辑
国际音标
(
帮助
)
:
/aˈpo.fi.si/
名词
编辑
απόφυση
(
apófysi
)
f
(复数
αποφύσεις
)
赘生
物
(
解剖学
)
阑尾
σκωληκοειδής
απόφυση
―
skolikoeidís
apófysi
―
阑尾
变格
编辑
απόφυση的变格
单数
复数
主格
απόφυση
•
αποφύσεις
•
属格
απόφυσης
•
αποφύσεως
•
αποφύσεων
•
宾格
απόφυση
•
αποφύσεις
•
呼格
απόφυση
•
αποφύσεις
•
参考资料
编辑
απόφυση
in
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
[
Dictionary of Standard Modern Greek
], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.