αργίλιο
希腊语 编辑
化学元素 | |
---|---|
Al | |
前:μαγνήσιο (magnísio) (Mg) | |
后:πυρίτιο (pyrítio) (Si) |
名词 编辑
αργίλιο (argílio) n (不可数)
用法说明 编辑
αργίλιο (argílio)主要用于技术及实验室等专业领域,αλουμίνιο (aloumínio)则常见于日常口语。
变格 编辑
αργίλιο (argílio)的变格
单数 | |
---|---|
主格 | αργίλιο • |
属格 | αργιλίου • |
宾格 | αργίλιο • |
呼格 | αργίλιο • |
同类词汇 编辑
相关词汇 编辑
- αλουμίνα f (aloumína, “矾土”)
- οξείδιο του αργιλίου n (oxeídio tou argilíou, “氧化铝”)