αριστοτέλειος

希腊语

编辑

形容词

编辑

αριστοτέλειος (aristotéleiosm (阴性 αριστοτελική,中性 αριστοτελικό)

  1. αριστοτελικός (aristotelikós)的另一种写法

变格

编辑

延伸阅读

编辑