首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
αρτοπώλης
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
词源
1.2
名词
1.2.1
变格
1.2.2
近义词
1.2.3
相关词汇
希腊语
编辑
词源
编辑
源自
古希腊语
ἄρτος
(
ártos
,
“
面包
”
)
。
名词
编辑
αρτοπώλης
(
artopólis
)
m
(复数
αρτοπώλες
,阴性
αρτοπώλισσα
)
面包师
变格
编辑
αρτοπώλης的变格
单数
复数
主格
αρτοπώλης
•
αρτοπώλες
•
属格
αρτοπώλη
•
αρτοπωλών
•
宾格
αρτοπώλη
•
αρτοπώλες
•
呼格
αρτοπώλη
•
αρτοπώλες
•
近义词
编辑
φούρναρης
m
(
foúrnaris
)
αρτοποιός
m
或
f
(
artopoiós
)
ψωμάς
m
(
psomás
)
相关词汇
编辑
参见:
άρτος
m
(
ártos
,
“
圣体
”
)