ασήμαντος

希腊语 编辑

词源 编辑

源自古希腊语 ἀσήμαντος (asḗmantos)

形容词 编辑

ασήμαντος (asímantosm (阴性 ασήμαντη,中性 ασήμαντο)

  1. 微不足道
    反义词: σημαντικός (simantikós)

变格 编辑

相关词汇 编辑