βατόμουρο

希腊语

编辑

词源

编辑

βάτο (váto, 黑莓灌木) +‎ μουρο (mouro, 浆果)

名词

编辑

βατόμουρο (vatómouron (复数 βατόμουρα)

  1. (水果) 黑莓

变格

编辑

相关词汇

编辑

拓展阅读

编辑