βερικοκιά

希腊语

编辑

词源

编辑

源自βερίκοκο (veríkoko) +‎ -ιά (-iá)

发音

编辑

名词

编辑

βερικοκιά (verikokiáf (复数 βερικοκιές)

  1. 杏树

变格

编辑

相关词汇

编辑

拓展阅读

编辑