βρώμιο
希腊语
编辑化学元素 | |
---|---|
Br | |
前:σελήνιο (selínio) (Se) | |
后:κρυπτό (kryptó) (Kr) |
其他形式
编辑- βρόμιο n (vrómio) (推荐拼写,但在化学领域罕用)
词源
编辑古典借词,源自法语 brome,源自古希腊语 βρῶμος (brômos, “臭气”)。
名词
编辑βρώμιο (vrómio) n (不可数)
变格
编辑βρώμιο (vrómio)的变格
单数 | |
---|---|
主格 | βρώμιο • |
属格 | βρωμίου • |
宾格 | βρώμιο • |
呼格 | βρώμιο • |
同类词汇
编辑衍生词汇
编辑- βρωμίδιο n (vromídio, “溴化物”)
- βρωμιούχος (vromioúchos, “溴化物的”)
- υποβρωμιώδης (ypovromiódis, “次溴酸盐的”)
- βρωμιώδης (vromiódis, “溴酸盐的”)
- βρωμικός (vromikós, “溴酸盐的”)
- υπερβρωμικός (ypervromikós, “过溴酸盐的”)
- βρωμίωση f (vromíosi, “溴化”)
延伸阅读
编辑- βρόμιο in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
- βρώμιο在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el