εμπορευματοκιβώτιο
希腊语
编辑名词
编辑εμπορευματοκιβώτιο (emporevmatokivótio) n
变格
编辑εμπορευματοκιβώτιο的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | εμπορευματοκιβώτιο • | εμπορευματοκιβώτια • |
属格 | εμπορευματοκιβωτίου • | εμπορευματοκιβωτίων • |
宾格 | εμπορευματοκιβώτιο • | εμπορευματοκιβώτια • |
呼格 | εμπορευματοκιβώτιο • | εμπορευματοκιβώτια • |
近义词
编辑- κοντέινερ n (kontéiner)