επιστημονικός
希腊语
编辑形容词
编辑επιστημονικός (epistimonikós) m (阴性 επιστημονική,中性 επιστημονικό)
- 科学的
变格
编辑 επιστημονικός 的变格
相关词汇
编辑- αντεπιστημονικός (antepistimonikós, “不科学的”)
- 并参见:επιστήμη f (epistími, “科学”)
επιστημονικός (epistimonikós) m (阴性 επιστημονική,中性 επιστημονικό)