καθρέφτης
希腊语
编辑其他写法
编辑- καθρέπτης (kathréptis)
词源
编辑源自中古希腊语 καθρέφτης (kathréphtēs)、καθρέπτης (kathréptēs),源自通用希腊语 κάθοπτρον (káthoptron),源自古希腊语 κάτοπτρον (kátoptron)。对比借词κάτοπτρο (kátoptro)。
名词
编辑καθρέφτης (kathréftis) m (复数 καθρέφτες)
变格
编辑καθρέφτης的变格
近义词
编辑- κάτοπτρο n (kátoptro)
拓展阅读
编辑- καθρέφτης in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
- Κάτοπτρο在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el