首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
κοράκι
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
名词
1.1.1
变格
1.1.2
相关词汇
希腊语
编辑
名词
编辑
κοράκι
(
koráki
)
n
(复数
κοράκια
)
(
鸟类学
)
鸦
,
乌鸦
(
比喻义
)
送葬
者
变格
编辑
κοράκι的变格
单数
复数
主格
κοράκι
•
κοράκια
•
属格
κορακιού
•
κορακιών
•
宾格
κοράκι
•
κοράκια
•
呼格
κοράκι
•
κοράκια
•
相关词汇
编辑
κόρακας
m
(
kórakas
,
“
渡鸦
”
)
κουρούνα
f
(
kouroúna
,
“
小嘴乌鸦
”
)
χαβαρόνι
n
(
chavaróni
,
“
秃鼻乌鸦
”
)
κάργια
f
(
kárgia
,
“
寒鸦
”
)