λαχανόκηπος
希腊语 编辑
词源 编辑
源自λάχανο (láchano, “卷心菜”) + κήπος (kípos, “园”)。
名词 编辑
λαχανόκηπος (lachanókipos) m (复数 λαχανόκηποι)
变格 编辑
λαχανόκηπος的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | λαχανόκηπος • | λαχανόκηποι • |
属格 | λαχανόκηπου • | λαχανόκηπων • |
宾格 | λαχανόκηπο • | λαχανόκηπους • |
呼格 | λαχανόκηπε • | λαχανόκηποι • |
参见 编辑
- 参见:κήπος m (kípos)