νεκταρίνι
希腊语
编辑名词
编辑νεκταρίνι (nektaríni) n (复数 νεκταρίνια)
- (水果) 油桃
变格
编辑νεκταρίνι的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | νεκταρίνι • | νεκταρίνια • |
属格 | νεκταρινιού • | νεκταρινιών • |
宾格 | νεκταρίνι • | νεκταρίνια • |
呼格 | νεκταρίνι • | νεκταρίνια • |
同类词汇
编辑- ροδάκινο n (rodákino, “桃子”)