νερό
希腊语
编辑词源
编辑源自中古希腊语 νερόν (nerón) ← 古希腊语 νηρός (nērós, “湿的”) ← νεαρός (nearós),源自词干νεαρόν ὕδωρ (nearón húdōr, “淡水”)。与意大利希腊语 nerò同源。基本代替了古希腊语 ὕδωρ (húdōr)。有时错误和伊特拉斯坎语 𐌍𐌄𐌓𐌉 (neri, “水”)扯上关系。
发音
编辑名词
编辑νερό (neró) n (复数 neró)
- 水
- 〈引〉 一瓶/一杯水
- Φέρε μου ένα νερό, σε παρακαλώ. ― Fére mou éna neró, se parakaló. ― 请给我一杯水。
- 〈引〉 水费
- Πλήρωσα το νερό. ― Plírosa to neró. ― 我付了水费。
- 〈喻〉(洗衣机的一次) 洗涤
- Δε βγήκε ο λεκές στο νερό. ― De vgíke o lekés sto neró. ― 污垢没有在这一次洗涤里被洗掉。
变格
编辑派生词
编辑- νεράκι n (neráki) (指小词)
- αγιασμένο νερό n (agiasméno neró, “圣水”)
- ανθρακούχο νερό n (anthrakoúcho neró, “碳酸水”)
- γλυκό νερό n (glykó neró, “淡水”)
- εδαφικό νερό n (edafikó neró, “地下水”)
- εμφιαλωμένο νερό n (emfialoméno neró, “瓶装水”)
- νερό της βρύσης n (neró tis vrýsis, “自来水”)
- σαν τα κρύα τα νερά (san ta krýa ta nerá)
- πίνω νερό στο όνομα (píno neró sto ónoma, “尊重”)
- σηκώνω νερό (sikóno neró)
- φέρνω στα νερά μου (férno sta nerá mou, “劝说”)
- πάω με τα νερά (páo me ta nerá)
- κάνω μια τρύπα στο νερό (káno mia trýpa sto neró)
- πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό (pnígomai se mia koutaliá neró, “小题大做”)
- δεν δίνω του αγγέλου μου νερό (den díno tou angélou mou neró)
- κάνω νερά (káno nerá)
拓展阅读
编辑- νερό在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el
- νερό in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.