ξαραχνιάζω

希腊语

编辑

词源

编辑

ξ(ε)- (x(e)-, 去除) +‎ αραχνιάζω (arachniázo, 满是蜘蛛网)

发音

编辑

动词

编辑

ξαραχνιάζω (xarachniázo) (过去简单式 ξαράχνιασα被动语态 ξαραχνιάζομαι)

  1. (及物) 清扫蜘蛛网
    Το σπίτι δεν ξαραχνιάστηκε εδώ και ένα χρόνο.
    To spíti den xarachniástike edó kai éna chróno.
    这间房子有一年没有人打扫过蜘蛛网了。

变位

编辑

近义词

编辑

派生词

编辑

相关词汇

编辑